βόλβοξ

βόλβοξ
(volvox).Γένος χλωροφυκών των γλυκών νερών. Τα άτομα του γένους αυτού ζουν κατά αποικίες, σφαιρικού ή ωοειδούς σχήματος, που η διάμετρός τους κυμαίνεται μεταξύ 0,1 και 0,7 χιλιοστών, και συνδέονται μεταξύ τους με κυτταροπλασματικές γέφυρες. Τα κύτταρα της αποικίας κυμαίνονται από 500 μέχρι 60.000 και διατάσσονται στην περιφέρεια μιας κοίλης σφαίρας. Χάρη στις καλά ανεπτυγμένες κυτοπλασματικές λωρίδες που συνδέουν τα κύτταρα μεταξύ τους, το β. μπορεί να θεωρηθεί και ως ένας πολυκύτταρος οργανισμός, παρά μια αποικία. Τα β. ζουν ελεύθερα σε τέλματα γλυκών νερών και κινούνται με τη βοήθεια βλεφαρίδων που φέρουν ορισμένα άτομα της αποικίας. Όλα τα κύτταρα μιας νεαρής αποικίας είναι μορφολογικά όμοια. Όσο ωριμάζει η αποικία, μερικά κύτταρα μεγαλώνουν σε μέγεθος και γίνονται περίπου 10 φορές μεγαλύτερα σε διάμετρο από τα συνηθισμένα. Αυτά λέγονται γονίδια και είναι αναπαραγωγικά. Αναπαράγονται είτε αμφιγονικά, με γονιμοποίηση της ωόσφαιρας από τα σπερμάτια που σχηματίζονται από τα γονίδια νωρίς την άνοιξη, είτε μονογονικά με βλαστήματα που παράγονται επίσης από τα γονίδια που σχηματίζονται αργά την άνοιξη και εξελίσσονται σε μια νέα αποικία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • σφαιρόζωο — το, Ν ζωολ. ελληνική ονομασία τού γένους μονοκύτταρων χλωροφυλλούχων οργανισμών βόλβοξ …   Dictionary of Greek

  • εξέλιξης, θεωρία της- — Θεωρία κατά την οποία όλα τα αντικείμενα του σύμπαντος έχουν υποστεί, με την πάροδο του χρόνου, μεταμορφώσεις σύμφωνα με μια φυσική διαδικασία εξέλιξης που τα οδήγησε βαθμιαία από μια αρχέγονη, ομοιογενή και αδιαφοροποίητη κατάσταση, σε… …   Dictionary of Greek

  • ζωοξανθέλες — Φύκη του γένους χρυσιδέλα και άλλων, που αποτελούν τμήμα της πλαγκτονικής χλωρίδας των θαλασσινών νερών και τα οποία θεωρείται ότι συμβιώνουν με διάφορους θαλάσσιους οργανισμούς. Είναι μονοκύτταρα και εφοδιασμένα με βλεφαρίδες, τα περισσότερα ανά …   Dictionary of Greek

  • πλαγκτό — Με τον όρο αυτό –που προέρχεται από το ρήμα πλανώμαι– χαρακτηρίζεται το σύνολο των οργανισμών που ζουν στη μάζα των νερών, σε αντίθεση με το βένθος, που αποτελείται από τους οργανισμούς του βυθού. Με την ευρεία αυτή έννοια, το π. περιλαβαίνει… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”